Τελευταια Νεα

6/trending/recent
Type Here to Get Search Results !

Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς ο Τουρκοφάγος (1782-1849)




Σαν σήμερα, στις 25 του Σεπτέμβρη του 1849, ο γενναιότερος των γενναίων, πεθαίνει ξεχασμένος, τυφλός και πάμφτωχος.  
Νικηταρά –Νικηταρά
Πού ᾽χεις στα πόδια σου φτερά
και στην καρδιά ατσάλι.

Νικήτας, επιζωγραφισμένη λιθογραφία, A. Friedel, Λονδίνο – Παρίσι, 1827.

Ο Νικηταράς ήταν Αρκάς. Γεννήθηκε στο χωριό Τουρκολέκα της Μεγαλόπολης το 1782 και πατέρας του ήταν ο κλέφτης Σταματέλος Τουρκολέκας. Η μητέρα του Σοφία Καρούτσου ήταν αδελφή της γυναίκας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ο Νικηταράς λοιπόν ήταν ανιψιός του Γέρου του Μωριά. Κατά μία άλλη εκδοχή, ο Νικηταράς γεννήθηκε το 1784 στο χωριό Νέδουσα Μεσσηνίας, ένα μικρό χωριό στους πρόποδες του Ταΰγετου, προς την μεριά του Μιστρά, 25 περίπου χιλιόμετρα από την Καλαμάτα. Έτσι κι αλλιώς, τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στο χωριό του πατέρα του, στο χωριό Τουρκολέκα του Δήμου Φαλαισίας της επαρχίας Μεγαλουπόλεως, του Νομού Αρκαδίας. Εντεκάχρονος, βγήκε στο αρματολίκι ακολουθώντας τον πατέρα του. Αργότερα εντάχθηκε στο «μπουλούκι» του περίφημου κλέφτη Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη. Κοντά του έμαθε τα μυστικά της πολεμικής τέχνης, ξεχωρίζοντας για την ανδρεία και την ευρωστία του. Ήταν ψηλός, μελαχρινός, πρώτος στο πήδημα και γρήγορος στο τρέξιμο. Η αλληλοεκτίμηση και η φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ του Καπετάνιου και του Νικηταρά, οδήγησαν τελικά στον γάμο του  με την κόρη του Ζαχαριά, την  Αγγελίνα. Το 1805, στο μεγάλο διωγμό των κλεφταρματολών, ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους και ο Νικηταράς ακολούθησε τον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στην Ζάκυνθο. Έκτοτε,  δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Την αφοσίωση του Νικηταρά προς τον θείο του ο λαός την είπε με δύο λόγια. « Μπροστά πηγαίνει ο Νικηταράς και πίσω ο Κολοκοτρώνης»  αλλά και θέλοντας να τονίσουν την στενή και άρρηκτη σχέση των δύο ανδρών έλεγαν: « Η κεφαλή ήτο του Κολοκοτρώνη και η χειρ του Νικηταρά ».

Εκείνο τον καιρό τα Επτάνησα τα εξουσίαζαν οι Ρώσοι. O Νικηταράς εντάχθηκε στο ρωσικό στρατό και με το τάγμα του πολέμησε εναντίον του Ναπολέοντα στην Ιταλία. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ζάκυνθο και υπηρέτησε αυτή την φορά τους Γάλλους, που στο μεταξύ είχαν καταλάβει το νησί με την συνθήκη του Τίλσιτ. Στις 18 του Οκτώβρη του 1818  – ενώ βρισκόταν στην Καλαμάτα – μυήθηκε στη Φιλική εταιρεία από τον Ηλία Χρυσοσπάθη. Με συντροφιά τον Αναγνωσταρά και αργότερα τον Δ. Πλαπούτα, περιόδευσε την Πελοπόννησο κατηχώντας πολλούς στο μεγάλο μυστικό και ετοιμάζοντας τον λαό για τον επερχόμενο ξεσηκωμό.  Με την έκρηξη της επανάστασης, μαζί με τον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και άλλους οπλαρχηγούς μπήκε στην Καλαμάτα, στις 23 του Μάρτη του 1821. Είχε ενστερνισθεί βαθιά τις απόψεις και τα σχέδια του θείου του και πήρε μέρος σε όλες τις επιχειρήσεις για την κατάληψη της Τρίπολης που τότε ήταν το Διοικητικό κέντρο των Οθωμανών στην Πελοπόννησο. Στις 12-13 του Μάη επικεφαλής 800 ανδρών συμμετείχε στην νικηφόρα μάχη στο Βαλτέτσι. Αμέσως μετά και ενώ κατευθυνόταν προς το Ναύπλιο με 200 μόλις άντρες, προέκυψε η ανάγκη να αντιμετωπίσει στα Δολιανά, ισχυρή Τουρκική δύναμη 6.000 ανδρών υπό τον Κεχαγιάμπεη, υποστηριζόμενη και από πυροβόλα. Ήταν 18 του Μάη του 1821. Εκεί απέδειξε στο έπακρο τον ηρωισμό του και την σπάνια στρατιωτική του αρετή και ικανότητα. Κατάφερε να τους προξενήσει τεράστια  καταστροφή και σχεδόν να τους αποδεκατίσει.
Έντρομοι οι Τούρκοι σκορπίστηκαν στις γύρω ρεματιές για να γλυτώσουν, εγκαταλείποντας τα ζώα και τα πυροβόλα τους στα χέρια των Ελλήνων. Ο Νικηταράς, βλέποντας τους να φεύγουν τους φώναζε : « Σταθήτε Πέρσαι να πολεμήσωμε» και μάλιστα τους αποκαλούσε Περσιάνους. Αν στη μάχη στο Βαλτέτσι διακρίθηκε για την ανδρεία του, στην μάχη των Δολιανών, η ιστορία τον πήρε στα φτερά της. Οι επευφημίες των συντρόφων του έφτασαν ίσαμε τα ουράνια και για πρώτη φορά, βγαλμένο απ᾽τις καρδιές των συναγωνιστών του, ακούστηκε το παρατσούκλι που θα τον συνόδευε σε όλη του την ζωή. Με αυτό πέρασε στην ιστορία. Με αυτό έμεινε στη συνείδηση και την ψυχή των Ελλήνων.

Στρατηγός Νικηταράς ο Τουρκοφάγος
Με τις μάχες των Δολιανών και των Βερβένων, προξενήθηκαν ιδιαίτερα σοβαρές ζημιές στους Τούρκους – που αναγκάστηκαν να κλειστούν στην Τρίπολη- ξανάδωσαν κουράγιο  στους ξεσηκωμένους ραγιάδες, και προετοίμασαν το κλίμα για την άλωση της πρωτεύουσας του Μωριά, που πραγματοποιήθηκε στις 23 Σεπτέμβρη 1821, επιβεβαιώνοντας για μια ακόμη φορά, την στρατηγική του Κολοκοτρώνη. Στα Δολιανά, τον Νικηταρά τον αγάπησαν. Τον έκαναν δικό τους. Τον δέχτηκαν ως δικό τους ήρωα. Τον τίμησαν και τον τιμούν με κάθε τρόπο. Στο προαύλιο του Αγιώργη, πολιούχου του χωριού, έχει στηθεί αναμνηστική στήλη, αφιέρωμα των απανταχού Δολιανιτών. Στον τόπο που έγινε η μάχη, στην χαράδρα του Τσάκωνα, απέναντι από τα σπίτια του Χριστοφύλη όπου είχαν ταμπουρωθεί ο Νικηταράς και ο Καραμήτρος, δημιουργήθηκε πλατεία με το όνομα του και στήθηκε η προτομή του. Ακόμη, η γιορτή της επετείου, αποτελεί λόγο και αιτία συνάθροισης των απανταχού Δολιανιτών, των Τουρκολεκιωτών και των άλλων Συνελλήνων που επισκέπτονται το χωριό για να αποτίσουν φόρο τιμής στον ήρωα αλλά και όλους, όσοι έδωσαν το αίμα τους για την λευτεριά αυτού του Βράχου του Κόσμου.

Αφού πέρασε λίγος καιρός από τις δίδυμες μάχες, ο Κολοκοτρώνης τον έστειλε επικεφαλής της δύναμης που πολιορκούσε το Ναύπλιο. Από εκεί έφυγε για την Ανατολική Στερεά. Οι επαναστατημένοι Αθηναίοι τον εξέλεξαν αρχηγό τους. Οι Μαυρομιχαλαίοι όμως δυσφόρησαν για την ενέργεια αυτή των Αθηναίων. Ο Νικηταράς – που δεν ήθελε να δημιουργεί προβλήματα και έριδες – έφυγε για την Λειβαδιά. Βοήθησε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στην προσπάθεια του να ανακαταλάβει την πόλη. Υπήρξε τόσο δυνατή η αδελφική φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο ανδρών, ώστε έσμιξαν το αίμα τους κι έγιναν αδελφοποιητοί, σταυραδέρφια.
Κατόπιν, επέστρεψε στην Πελοπόννησο για να βοηθήσει τον Κολοκοτρώνη στην συνεχιζόμενη πολιορκία της Τρίπολης. Όταν η πόλη έπεσε (23/09/1821) οι Έλληνες την λαφυραγώγησαν και μοίρασαν τα λάφυρα. Μεταξύ των ελάχιστων που αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στην διανομή ήταν και ο Νικηταράς.
Όλη του η ζωή ένας αγώνας. Μάχη στην μάχη. Δεν ήξερε και δεν ήθελε να ξαποσταίνει. Τον Δεκέμβρη του ᾽21 τον βρίσκουμε να πολιορκεί το Ναύπλιο. Η πολιορκία αυτή υπήρξε ατυχής και μάλιστα κινδύνευσε σοβαρά να αιχμαλωτισθεί από τους Τούρκους. Τον Απρίλη του ᾽22 με 700 παλικάρια παίρνει μέρος στην μάχη της Στυλίδας και της Αγίας Μαρίνας στο πλευρό του Ανδρούτσου. Η κορυφαία μετά τα Δολιανά στιγμή  της ζωής του έφτασε. Η Τουρκία απαλλαγμένη από τον Αλή πασά και τους όποια εσωτερικά της προβλήματα, πήρε την απόφαση να συντρίψει κάθε αντίσταση στην Πελοπόννησο.

Αρχηγός αυτής της πανστρατιάς ορίστηκε ο Χουρσήτ πασάς. Έξυπνος στρατηλάτης, ανδρείος αλλά άγριος και ωμός. Ο Χουρσήτ μισούσε τους Έλληνες, και περισσότερο τους Πελοποννήσιους, γιατί στην άλωση της Τρίπολης κατάσχεσαν τους θησαυρούς του και αιχμαλώτισαν τις γυναίκες του. Εκατό και πλέον πλοία ήταν έτοιμα να λάβουν μέρος στην εκστρατεία. Στον ισχυρό αυτό στόλο συμμετείχαν Τουρκικά πλοία αλλά και από την Αλγερία, την Τύνιδα και την Αίγυπτο.

Την τελευταία στιγμή – πιθανόν λόγω κάποιας μυστικής συκοφάντησης εκ μέρους των αντιπάλων του – ο Χουρσήτ αντικαταστάθηκε και  η αρχηγία δόθηκε στον Μαχμούτ πασά, τον γνωστό μας Δράμαλη.  Ο Δράμαλης είχε αρκετά θετικά αλλά και αρνητικά χαρακτηριστικά. Ενώ είχε ευγενική καταγωγή, ήταν νέος, ακμαίος, ωραίος, πλούσιος και ριψοκίνδυνος παράλληλα ήταν αλαζόνας, καυχησιάρης, ματαιόδοξος  και ανόητος. Κυρίως όμως φιλοχρήματος. Απόδειξη αυτής της αδυναμίας του αποτελεί το γεγονός της Ακροκορίνθου. Όταν ανακάλυψε τον θησαυρό του Κιαμήλ πασά, με ιδιαίτερη απληστία και χωρίς κανένα ενδοιασμό τον  καταχράστηκε, παίρνοντας συγχρόνως ως σύζυγο του την ωραιότατη χήρα του Κιαμήλ.

Στα τέλη του Ιούνη του 1822, το στράτευμα κίνησε για την Πελοπόννησο. Τριάντα χιλιάδες ήταν οι άνδρες που συγκεντρώθηκαν στην Λάρισα. Ισχυρό πυροβολικό, είκοσι χιλιάδες πολεμικά άλογα, τριάντα χιλιάδες μεταγωγικά άλογα και μουλάρια, και πεντακόσιες καμήλες. Μπροστά πήγαιναν οι Δερβίσηδες και οι ιμάμηδες που με στεντόρειες  φωνές απήγγειλαν κείμενα του Κορανίου, ενώ άλλοι τραγουδούσαν θρησκευτικά τραγούδια και πολεμικούς θούριους. Ακολουθούσαν οι πολεμιστές και πολλοί υπάλληλοι, αστρολόγοι, νεκρομάντεις, θαυματοποιοί, πωλητές καπνού, οπίου, ποτοπώλες, υπηρέτες, αργυραμοιβοί, δήμιοι κ.α.
 
Το σπαθί του Νικηταρά στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.
Όπου περνούσε αυτός ο συρφετός άφηνε αποκαΐδια κι ερημιά. Ο σουλτάνος πανηγύριζε για τις καταστροφές που προκαλούσε στο διάβα του ο Δράμαλης. Μάλιστα, όταν έφτασε στα Γεράνεια όρη, ανέβηκε στην θέση που λέγεται «αέρες» και μεθυσμένος από χαρά και ικανοποίηση για την επιτυχία του, άρχισε να μοιράζει στους αξιωματούχους του τις επαρχίες της Πελοποννήσου.  Στις 5 του Ιούλη, η στρατιά πέρασε τον Ισθμό. Κατέλαβε χωρίς καμιά αντίσταση την Κόρινθο και προχώρησε στην Αργολίδα, περνώντας από τα Δερβενάκια. Η αλαζονεία του τον τύφλωνε. Ούτε για μια στιγμή δεν πέρασε από το νου του ότι πίσω του έκλειναν οι πόρτες.

Ότι « εκλείσθησαν αι πύλαι» όχι μόνο της στρατιωτικής του πορείας αλλά γενικότερα ολόκληρης της ύπαρξης του.

Ο Δημήτριος Βαρδουνιώτης στο βιβλίο του « Η καταστροφή του Δράμαλη» εξιστορεί μοναδικά και λεπτομερειακά, όλα όσα διαδραματίστηκαν στην Αργολίδα. Η θέση των Τούρκων είχε καταντήσει δεινή. Ο στρατός υπέφερε από την πείνα και την δίψα. Την οδυνηρή αυτή κατάσταση επιβάρυναν ακόμη περισσότερο, απρόβλεπτες ασθένειες και επιδημίες. Ο Δράμαλης αναγκάστηκε να πάρει την πικρή και μοιραία  απόφαση. Έδωσε την εντολή να γυρίσει η στρατιά στην Κόρινθο. Λογάριασε όμως με σύμβουλο του την ανάγκη. Λησμόνησε   τον Κολοκοτρώνη.

« Και περί τον όρθρον της 26 Ιουλίου εξεκίνησαν εξ Άργους πανστρατιά, διευθυνόμενοι προς το στενόν του Δερβενακίου, δι᾽ου είχον εισβάλει πρό τινων ημερών εις την Αργολίδα. Ώδευον, διηρημένοι εις δύο φάλαγγας (κολώνας). Ένεκα δε της πληθύος των στρατευμάτων και των κτηνών, εφαίνοντο μακρόθεν, ως παμμεγίστη μελανή νεφέλη, επισκιάζουσα την πεδιάδα όλην». (Η καταστροφή του Δράμαλη. σελ.139). 

Ο Νικηταράς ήταν κι εδώ παρών. Αρχικά συμμετείχε στην απόκρουση των Τούρκων στα Δερβενάκια, όπου διέλυσε την εκεί φρουρά. Κατόπιν, ανέβηκε στον Άγιο Σώστη και ταμπουρώθηκε στα στενά της χαράδρας. Με την θέση που επέλεξε και τον ηρωισμό του, κατάφερε να συντρίψει μεγάλο μέρος του στρατού που οπισθοχωρούσε. Οι Τούρκοι άφησαν εκεί περισσότερους από 3.000 νεκρούς. Μετά δύο μέρες επαναλαμβάνει τον άθλο του στη μάχη που έγινε στο Αγιονόρι. Εξολόθρευσε στην κυριολεξία το τμήμα των Τούρκων που επεχείρησε να περάσει από εκεί. Οι Τούρκοι μέσα στη σύγχυση και τον πανικό τους άφησαν πίσω τους πάνω από 600 νεκρούς. Η συμβολή του Νικηταρά και αυτή την φορά υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική και αποφασιστική. Ο Δράμαλης – σε πλήρη απόγνωση –  κατάφερε να ανέβει σ᾽ ένα γάιδαρο για να μπορέσει να φτάσει στην Κόρινθο. Αλλά και ο γάιδαρος μέσα στην αντάρα σκοτώθηκε. Ο Δράμαλης πεζός, έφτασε στην Κόρινθο εξουθενωμένος, ρακένδυτος και χωρίς σαρίκι. Ο εγωισμός και η περηφάνια του πληγώθηκαν αγιάτρευτα. Ποτέ δεν ξεπέρασε την ντροπή των Δερβενακίων. Έπεσε σε βαριά μελαγχολία. Αδύναμος και ταλαιπωρημένος αρρώστησε από πνευμονία η οποία τελικά τον οδήγησε στον θάνατο, ανήμερα της γιορτής του Αγίου Δημητρίου του 1822.


Η συνέχεια στο antikleidi.com





Top Post Ad

Below Post Ad

https://news.google.com/publications/CAAqBwgKMKTBmwsw6MuzAw?hl=el&gl=GR&ceid=GR%3Ael